Μεγαλώνοντας με δύο γλώσσες
Κάποια στιγμή προσπάθησα να απαριθμήσω όλα τα πράγματα για τα οποία αισθάνομαι απέραντη ευγνωμοσύνη. Δεν αναφέρομαι μόνο σε όσα κατακτήθηκαν στην πορεία των χρόνων με κόπο, αλλά, σαφώς, και όσα θεωρούμε δεδομένα στη ζωή μας. Από το ότι αναπνέουμε μέχρι… Αλήθεια, μέχρι πού φτάνουν όλα όσα θεωρούμε δεδομένα;…
Για εμένα, πέρα από τα προφανή και ουσιαστικά, όπως είναι η υγεία κ.ά., είναι και το γεγονός ότι μεγάλωσα ως δίγλωσση.
Ερευνητές και γλωσσολόγοι έχουν τοποθετηθεί επί του θέματος και έχουν δημιουργήσει ορισμούς, διαχωρισμούς της ίδιας της διγλωσσίας κ.ο.κ.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, δεν θα μιλήσουμε επιστημονικά.
Θα αναφερθώ απλώς στην προσωπική μου εμπειρία και, σε καμία περίπτωση, τα παρακάτω δεν μπορούν να θεωρηθούν ως στοιχεία επιστημονικά τεκμηριωμένα.
Τι σημαίνει να είσαι δίγλωσσος
Κάθε παιδί που μεγαλώνει μαθαίνοντας παράλληλα δύο γλώσσες ως μητρικές, θεωρείται δίγλωσσο.
Έτσι κι εγώ. Μεγάλωσα μιλώντας δύο μητρικές γλώσσες, ελληνικά και ρωσικά.
Πολλά έρχονται στο μυαλό ενός ανθρώπου όταν ακούει ότι ένας άλλος άνθρωπος είναι δίγλωσσος.
Γενικότερα, υπάρχουν πολλές παρανοήσεις, προκαταλήψεις και σε αυτό συμβάλλει τόσο η άγνοια για ορισμένα ζητήματα όσο και η ίδια η κοινωνία. Όλος ο διαχωρισμός που αναγκάζεται να βιώσει ένα παιδί, επειδή γεννήθηκε σε μια συγκεκριμένη συνθήκη, κάποιες φορές παρατηρείται σε μικρό βαθμό και άλλοτε σε μεγάλο ή και ακραίο, κυρίως λόγω του περιβάλλοντός του.
Όπως επίσης, είναι πολλές και διαφορετικές οι συμπεριφορές που δεχόμαστε οι δίγλωσσοι/τρίγλωσσοι κ.λπ. Είναι σαν αυτό που λέμε «ανάλογα ποιον θα πετύχεις».
Εγώ, όμως, υπήρξα από τα τυχερά παιδιά. Από εκείνα που -πέρα από λίγα ενοχλητικά και κακοπροαίρετα παιδιά- συνάντησα όμορφους ανθρώπους στην παιδική και εφηβική μου ηλικία, κάνοντάς με πάντα να νιώθω άνετα και οικεία με την ιδέα του ότι είναι φυσιολογικό να έχω μεγαλώσει με δύο γλώσσες και με μαμά μιας διαφορετικής εθνικότητας.
Εμένα ποτέ δεν με πείραξε αυτό. Ήμουν απλώς ο εαυτός μου. Ήμουν απλώς ένα ακόμα παιδί, που είχε ανάγκη την αγάπη των γονιών του, ανεξαρτήτως καταγωγής. Και όσο πιο μικρός είσαι, πιστεύεις ότι όλοι οι συνομήλικοί σου ζουν με τις ίδιες συνθήκες. Μέχρι να μεγαλώσεις λίγο και ήδη από νωρίς να καταλάβεις…
Πώς και γιατί μεγάλωσα με δύο γλώσσες
Είμαι εκείνο το παιδί, του οποίου οι γονείς ήρθαν στην Ελλάδα και έναν χρόνο μετά γεννήθηκα εγώ.
Όταν ήρθαν, δεν γνώριζαν την ελληνική γλώσσα, παρά μόνο ο μπαμπάς την ποντιακή διάλεκτο και η μαμά τα ρωσικά. Παραγκωνίζοντας τις δικές τους ανάγκες και επιβραδύνοντας την πρόοδό τους στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, ακολούθησαν τη συμβουλή ενός μεγαλύτερού τους και φρόντισαν να αποκτήσουν τα παιδιά τους ένα εφόδιο ζωής. Μόνο περήφανη μπορώ να είμαι για αυτούς και θαυμάζω το θάρρος και την ψυχική τους δύναμη.
Είναι δύσκολο να μεγαλώνεις με δύο γλώσσες;
Όχι για το ίδιο το άτομο. Πρακτικά, είναι μια φυσιολογική κατάσταση για τον δίγλωσσο, όπως και για τον μονόγλωσσο, που δεν αντιλαμβάνεται πώς έχει μάθει τη γλώσσα που μιλάει.
Τη δεκαετία του ‘90 τα πράγματα δεν ήταν όπως σήμερα. Ας πούμε ότι ήταν λίγο πιο «περίπλοκα».
Όσο περνάει ο καιρός, η διαφορετικότητα γίνεται όλο και πιο αποδεκτή, φτάνοντας στο «σήμερα» να θεωρείται μεγάλο προσόν και πλεονέκτημα να γνωρίζεις πάνω από μία γλώσσες ως μητρική.
Οι δυσκολίες των γονιών που μεγαλώνουν δίγλωσσο παιδί
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γονείς εξαρτώνται κατά πολύ από το εάν και οι δύο γονείς μιλάνε ως μητρική τη γλώσσα της περιοχής όπου διαμένουν ή έστω ο ένας από τους δύο. Οπότε, εδώ υπάρχει ένας μεγάλος διαχωρισμός και μεγάλη διαφορά με εκείνους τους γονείς που δεν έχουν καμία σχέση με τη γλώσσα του τόπου που διάλεξαν να έχουν για σπίτι.
Για εμένα, από τις μεγαλύτερές μου έγνοιες είναι πώς αισθάνονται οι γονείς μου σε σχέση με το πώς βλέπει ο κόσμος την προφορά τους και όσα αυτό συνεπάγεται. Και αυτό που εννοώ είναι ότι εμένα δεν με απασχολεί καθόλου. Απλώς θέλω να αισθάνονται ήρεμοι και περήφανοι για όσα εκπληκτικά πράγματα κατάφεραν στη ζωή τους, αφήνοντας μια στρωμένη ζωή πίσω τους, με σκοπό να κυνηγήσουν μια ιδέα, να εκπληρωθεί ένα όνειρο.
Η «σπαστή» γλώσσα προδιαθέτει έναν συνομιλητή για την πιθανή διαφορετική καταγωγή. Το θέμα είναι τι στάση θα κρατήσει ο συνομιλητής.
Το μόνο βέβαιο είναι πως αν κρίνεις έναν άνθρωπο από τη σπαστή προφορά του είναι τουλάχιστον επιπόλαιο και επιφανειακό. Διότι δεν γνωρίζεις τίποτα για τη ζωή του, την προσωπικότητά του, τη μόρφωσή του. Τίποτα.
Αξίζει να μεγαλώνει ένα παιδί ως δίγλωσσο;
Ναι, ναι και… ναι! Είναι ευλογία.
Γενικότερα, ό,τι μαθαίνει κανείς, καλό είναι. Το σημαντικό είναι να μην υποβαθμίζουμε ούτε τον μονόγλωσσο ούτε εκείνον που είναι δίγλωσσος/τρίγλωσσος κ.λπ. Αρκεί που ένα παιδί μαθαίνει μία γλώσσα ως μητρική. Εάν υπάρχει δεύτερη ή και τρίτη, αυτό είναι ένα υπέροχο επιπρόσθετο θετικό στοιχείο, τόσο για την προσωπικότητα του παιδιού όσο και για την ανάπτυξή του.
Κατά την άποψή μου, αξίζει να μεγαλώνεις ένα παιδί σε δίγλωσσο περιβάλλον, είτε αυτό σημαίνει ότι οι γονείς έχουν διαφορετική μητρική γλώσσα μεταξύ τους, είτε η οικογένεια μένει σε χώρα όπου η μητρική τους γλώσσα δεν χρησιμοποιείται από τους κατοίκους, είτε οι γονείς αποφασίζουν να μάθει το παιδί από τον παιδικό σταθμό της χώρας τους μία επιπλέον γλώσσα ως μητρική.
Από την άλλη, είναι και θέμα γονιών και παιδιού. Το ότι κάποιος είναι δίγλωσσος, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι θα τα καταφέρει «καλύτερα» από έναν μονόγλωσσο, όπως κι αν μεταφράζεται αυτό για τον καθένα.
❀ ❀ ❀
Εύχομαι το σημερινό κείμενο να βοήθησε κάποιον ή έστω να λύθηκαν ορισμένες απορίες!
Η αλήθεια είναι πως έχω ακόμα να μοιραστώ πολλά θετικά, αρνητικά, αστεία και άβολες στιγμές που μπορεί να έχει ένας δίγλωσσος, οπότε μείνετε συντονισμένοι. ?
Θα φροντίσω να απαντήσω σε τυχόν απορίες σου και ερωτήσεις σχετικά με το θέμα της διγλωσσίας σε επόμενα κείμενα. Γι’ αυτό, γράψε όσα θες να με ρωτήσεις με τους εξής τρόπους:
- κάτω από αυτή τη δημοσίευση
- σε μήνυμα στο Instagram της σοφίτας: @sofita.stories
- στο e-mail της σοφίτας: welcome@sofita.gr